ΤΟΜΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ / ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΕΥΕΞΙΑ

7.1 Γενικό πλαίσιο

 

Κύριες τάσεις στις συνθήκες υγείας των νέων

Αυτή η ενότητα δίνει το πλαίσιο για τις πρόσφατες τάσεις στην κατάσταση της υγείας των νέων στην Ελλάδα, όπως προκύπτει από εθνικά και διεθνή ερευνητικά δεδομένα:

Σύμφωνα με έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2021 που βασίζεται κυρίως σε εθνικά επίσημα στατιστικά στοιχεία τα οποία παρασχέθηκαν στη Eurostat και στον ΟΟΣΑ η κατάσταση της υγείας του ελληνικού πληθυσμού είναι καλή και το προσδόκιμο ζωής είναι υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Από το 2010 βρίσκονται σε εξέλιξη εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις του συστήματος υγείας, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης και της επέκτασης των δημόσιων υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας. Ενισχύθηκε επίσης η έμφαση στην πρόληψη και την αντιμετώπιση των παραγόντων κινδύνου μέσω ενός νέου εθνικού σχεδίου για τη δημόσια υγεία. Εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις όσον αφορά τη διασφάλιση της προσβασιμότητας και της οικονομικής προσιτότητας της περίθαλψης, ιδίως λόγω των υψηλών άμεσων ιδιωτικών πληρωμών από τους ασθενείς και των επιπτώσεων της πανδημίας.

Κατανάλωση αλκοόλ: Ευκαιριακή άμετρη κατανάλωση αλκοόλ το 2019 ανέφερε μόλις το 6 % των Ελλήνων ενηλίκων, το οποίο είναι ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Οι άνδρες αναφέρουν ότι επιδίδονται σε ευκαιριακή άμετρη κατανάλωση αλκοόλ συχνότερα από τις γυναίκες (9 % έναντι 3 %). Όσον αφορά τους εφήβους, το ποσοστό των 15χρονων που αναφέρουν ότι έχουν μεθύσει τουλάχιστον δύο φορές στη ζωή τους ήταν αρκετά σταθερό τις τελευταίες δύο δεκαετίες, αντιστοιχώντας σε περίπου 20 % το 2018 —χαμηλότερο από ό,τι στις περισσότερες χώρες της ΕΕ.

Εθισμός στα ναρκωτικά: Σύμφωνα με την έρευνα του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά ΕΚΤΕΠΝ (2020), Η Κατάσταση του Προβλήματος των Ναρκωτικών και των Οινοπνευματωδών στην Ελλάδα, 11,0 του δείγματος ανέφεραν χρήση κάνναβης έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή, 2,8% ανέφεραν χρήση τον τελευταίο χρόνο (πρόσφατη χρήση) και 1,3% τον τελευταίο μήνα (πολύ πρόσφατη χρήση). Χρήση κάποιας ουσίας εκτός κάνναβης έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή αναφέρθηκε από το 1,6% του δείγματος.

Σε ό,τι αφορά ειδικά τη χρήση κάνναβης:

  • Οι άνδρες αναφέρουν σε υπερδιπλάσιο ποσοστό χρήση κάνναβης έναντι γυναικών (15,8% και 6,3%, αντίστοιχα για χρήση έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή και 4,1% και 1,6%, αντίστοιχα για πρόσφατη χρήση της ουσίας).
  • Συγκριτικά με τα άτομα της ηλικιακής κατηγορίας 50-64 ετών, υψηλότερο ποσοστό ατόμων ηλικίας 35- 49 ετών ανέφεραν χρήση κάνναβης έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή (6,3% και 14,9%, αντίστοιχα), και υψηλότερο ποσοστό ατόμων ηλικίας 18-34 ετών ανέφεραν πρόσφατη χρήση (0,9% και 4,5%, αντίστοιχα).

Πρόσφατα στοιχεία για τη χρήση ουσιών στο νεανικό πληθυσμό της Ελλάδας είναι διαθέσιμα από το ελληνικό σκέλος της έρευνας κοινής γνώμης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ευρωβαρόμετρο με τίτλο «Νέοι ενήλικες και χρήση ουσιών» (Νο. 401), η οποία διενεργήθηκε τηλεφωνικά το 2014 σε δείγμα 500 ατόμων ηλικίας 15-24 ετών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας:

  • Χρήση κάνναβης έστω και μία φορά σε όλη τη ζωή ανέφερε το 17%, με το 9% να αναφέρει πρόσφατη (τους τελευταίους 12 μήνες) και το 2% πολύ πρόσφατη (τις τελευταίες 30 ημέρες) χρήση της ουσίας. Στην Ελλάδα, το ποσοστό χρήσης κάνναβης ήταν σχεδόν υποδιπλάσιο εκείνου που παρατηρήθηκε για το σύνολο των 28 χωρών (31%).
  • Χρήση «νέων» ψυχοδραστικών ουσιών, ουσιών δηλαδή που μιμούνται τη δράση παράνομων ουσιών όπως της κάνναβης, της ουσίας έκσταση ή της κοκαΐνης, ανέφερε το 5%, χαμηλότερο συγκριτικά με το ποσοστό που παρατηρήθηκε στο σύνολο των χωρών (8%). Στην Ελλάδα, το 2014 το ποσοστό της χρήσης «νέων» ψυχοδραστικών ουσιών ήταν αυξημένο κατά περίπου 3 ποσοστιαίες μονάδες συγκριτικά με το 2011, αύξηση παρόμοια με εκείνην που παρατηρήθηκε και στο σύνολο των χωρών.

Κάπνισμα καπνού: Ο επιπολασμός του καπνίσματος έχει μειωθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες: το 2000 πάνω από το ένα τρίτο του πληθυσμού κάπνιζε τακτικά. Το 2019 ένας στους τέσσερις Έλληνες ενηλίκους κάπνιζε σε καθημερινή βάση, ποσοστό το οποίο εξακολουθεί να είναι ένα από τα υψηλότερα στις χώρες της ΕΕ. Όπως και σε πολλές άλλες χώρες, οι άντρες είναι πολύ πιθανότερο να καπνίζουν σε σύγκριση με τις γυναίκες (31 % έναντι 19 %).

Το 2019 θεσπίστηκε αυστηρότερη νομοθεσία για την επέκταση και την επιβολή της απαγόρευσης του καπνίσματος τόσο σε εσωτερικούς όσο και σε καθορισμένους υπαίθριους δημόσιους χώρους, συμπεριλαμβανομένων των εστιατορίων και των μπαρ.

Το 2018, λιγότεροι από έναν στους πέντε (18 %) 15χρονους στην Ελλάδα ανέφεραν ότι είχαν καπνίσει τον προηγούμενο μήνα, ποσοστό που έχει μειωθεί ελαφρώς την τελευταία δεκαετία και είναι παρόμοιο με τον μέσο όρο της ΕΕ. Ωστόσο, η χρήση ηλεκτρονικών τσιγάρων έχει γίνει πιο δημοφιλής στους εφήβους και περίπου ένας στους δέκα 15χρονους και 16χρονους στην Ελλάδα ανέφερε ότι κάπνισε ηλεκτρονικά τσιγάρα το 2019, παρότι το ποσοστό αυτό ήταν χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ [11 % στην Ελλάδα έναντι 14 % σε όλες τις χώρες της ΕΕ, σύμφωνα με την Έρευνα στον Σχολικό Πληθυσμό για τη Χρήση Εξαρτησιογόνων Ουσιών και Άλλες Εξαρτητικές Συμπεριφορές.

Σεξουαλική κακοποίηση: Σύμφωνα με έρευνα το 65% των γυναικών στην Ελλάδα δηλώνει ότι έχει υπάρξει θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης ή κακοποίησης με τους χώρους εργασίας και τα περιστατικά στον δρόμο να αποτελούν τα πιο συνηθισμένα μέρη στα οποία βιώνονται οι επιθέσεις.

Το 2021, το ελληνικό κίνημα #MeToo έκανε την εμφάνιση του στην Ελλάδα, αποκαλύπτοντας πλήθος περιστατικών σεξουαλικής βίας με βάση το φύλο. Οι αποκαλύψεις αυτές ξεκίνησαν από δημόσια πρόσωπα δείχνοντας πώς μπορεί να συμβεί στο κάθε κορίτσι και στην κάθε γυναίκα, ενθαρρύνοντας με αυτό τον τρόπο κι άλλες να μιλήσουν. Όπως και διεθνώς έτσι και στην Ελλάδα, μέσα από το κίνημα αυτό αυξήθηκε αισθητά η ανάγκη τόσο η κοινωνία όσο και η πολιτεία να αναλογιστούν ακόμα πιο σοβαρά το φαινόμενο της σεξουαλικής βίας και να αυξήσουν την κινητοποίηση τους για την καταπολέμηση του.

Παχυσαρκία: Περίπου ένας στους έξι ενηλίκους (16 %) ήταν παχύσαρκος στην Ελλάδα το 2019 —ποσοστό υψηλότερο σε σύγκριση με την Ιταλία (11 %) ή τη Γαλλία (14 %), αλλά παρόμοιο με το ποσοστό σε άλλες μεσογειακές χώρες όπως η Κύπρος (15 %), η Ισπανία (15 %) και η Πορτογαλία (17 %) και ίσο με τον μέσο όρο της ΕΕ. Αντίθετα, περισσότεροι από ένας στους πέντε 15χρονους ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι στην Ελλάδα το 2018, ποσοστό το οποίο είναι υψηλότερο από ό,τι στις περισσότερες άλλες χώρες της ΕΕ και σημαντικά αυξημένο σε σύγκριση με την περίοδο 2001-2002. Τα αγόρια είναι πιο πιθανό να είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα σε σύγκριση με τα κορίτσια.

Στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες, η κακή διατροφή είναι ο κύριος παράγοντας υπερβολικού βάρους ή παχυσαρκίας. Περίπου το ήμισυ των ενηλίκων ανέφεραν ότι τρώνε φρούτα και λαχανικά σε καθημερινή βάση το 2019, ποσοστό που είναι σχετικά

χαμηλότερο από ό,τι σε πολλές άλλες χώρες της ΕΕ. Επιπλέον, λιγότεροι από έναν στους τρεις 15χρονους ανέφεραν ότι τρώνε λαχανικά σε καθημερινή βάση και μόλις ένας περίπου στους τέσσερις 15χρονους ανέφερε ότι τρώει φρούτα σε καθημερινή βάση το 2018. Η χαμηλή σωματική δραστηριότητα συμβάλλει επίσης στην παχυσαρκία. Ενώ τα δύο τρίτα των ενηλίκων ανέφεραν ότι έκαναν τουλάχιστον κάποια ήπια σωματική δραστηριότητα κάθε εβδομάδα το 2014, μόλις ένας στους οκτώ 15χρονους ανέφερε ότι έκανε ήπια έως έντονη σωματική δραστηριότητα σε καθημερινή βάση το 2018.

Βασικές έννοιες

Οι κύριες έννοιες που χρησιμοποιούνται σχετικά με το θέμα της Υγείας και της Ευεξίας προέρχονται από τους ορισμούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) καθώς  και από την Ελληνική νομοθεσία .

Υγεία: είναι μια κατάσταση πλήρους σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας και όχι απλώς η απουσία ασθένειας ή αναπηρίας.

Ψυχική υγεία:  ορίζεται ως μια κατάσταση ευημερίας κατά την οποία κάθε άτομο συνειδητοποιεί τις δικές του δυνατότητες, μπορεί να αντιμετωπίσει τα συνηθισμένα στρες της ζωής, μπορεί να εργαστεί παραγωγικά και γόνιμα και είναι σε θέση να συνεισφέρει στην κοινότητά του .

Πρόληψη ασθενειών: Η  πρόληψη ασθενειών δεν καλύπτει μόνο μέτρα που στοχεύουν στην πρόληψη της εμφάνισης ασθενειών, όπως ο μετριασμός των παραγόντων κινδύνου, αλλά και μέτρα για την αναστολή της εξέλιξης μιας ασθένειας και τη μείωση των αποτελεσμάτων της μόλις εμφανιστεί.

Δημόσια υγεία:  Η δημόσια υγεία είναι η επιστήμη και η τέχνη της προαγωγής και της βελτίωσης της υγείας, της πρόληψης ασθενειών και της παράτασης της ζωής μέσω των οργανωμένων προσπαθειών της κυβερνητικής δράσης.

Η σεξουαλική υγεία  είναι μια κατάσταση σωματικής, συναισθηματικής και ψυχικής ευεξίας που σχετίζεται με τη σεξουαλικότητα, όχι απλώς η απουσία ασθένειας, δυσλειτουργίας ή αναπηρίας.

Σεξουαλικά δικαιώματα: Η εφαρμογή των υφιστάμενων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη σεξουαλικότητα και τη σεξουαλική υγεία συνιστούν σεξουαλικά δικαιώματα. Τα σεξουαλικά δικαιώματα προστατεύουν όλα τα δικαιώματα των ανθρώπων να εκπληρώνουν και να εκφράζουν τη σεξουαλικότητά τους και να απολαμβάνουν τη σεξουαλική υγεία, με τον δέοντα σεβασμό των δικαιωμάτων των άλλων και μέσα σε ένα πλαίσιο προστασίας από τις διακρίσεις.

Αναπαραγωγική υγεία:  είναι μια κατάσταση πλήρους σωματικής, συναισθηματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας σε όλα τα θέματα που σχετίζονται με το αναπαραγωγικό σύστημα, τις λειτουργίες και τις λειτουργίες του και όχι μόνο την απουσία ασθένειας, δυσλειτουργίας ή αναπηρίας.

 

 

Πίσω στον Τομέα Υγεία και Ευεξία